Sanan à haute voix käännös ranska-kreikka
- δυνατάΘα διαβάσω την Τροπολογία 2 δυνατά. Je vais lire à haute voix l'amendement 2. Ντρέπομαι ακόμη και να το αναφέρω δυνατά, όμως είναι μόνο 55%. J'ai honte d'avoir à le dire à haute voix, mais il n'est que de 55 %.
- ηχηρά
- μεγαλόφωνα
- μεγαλοφώνως
- φωναχτά